Ενότητα 6η
Η ομορφιά δεν είναι το παν
Εὐμεγέθης ἔλαφος ὥρᾳ θέρους
|
Ένα μεγαλόσωμο ελάφι σε εποχή καλοκαιριού,
|
διψῶν παραγίνεται
|
καθώς διψούσε, φτάνει κοντά
|
ἐπί τινα πηγήν διαυγῆ καί βαθεῖαν
|
σε κάποια καθαρή και βαθιά πηγή
|
καί πιών ὅσον ἤθελεν
|
και, αφού ήπιε όσο (νερό) ήθελε,
|
προσεῖχεν τῇ ἰδέᾳ τοῦ σώματος.
|
παρατηρούσε τη μορφή του σώματός του.
|
Καί μάλιστα μέν ἐπήνει τήν φύσιν τῶν κεράτων
|
Και κυρίως επαινούσε τη φύση των κεράτων του
|
ὡς κόσμος εἴη παντί τῷ σώματι.
|
με την ιδέα ότι αυτά ήταν στολίδι για όλο το σώμα του.
|
Ἔψεγεν δέ τήν λεπτότητα τῶν σκελῶν
|
Αντίθετα, κατηγορούσε τα λεπτά του πόδια,
|
ὡς οὐχ οἵων τε ὄντων
|
επειδή, κατά τη γνώμη του, δεν μπορούσαν
|
φέρειν πᾶν τό βάρος.
|
να αντέξουν όλο το βάρος του.
|
Ἐν ὧ δέ πρός τούτοις ἦν,
|
Και ενώ ασχολούνταν με αυτά,
|
αἰφνιδίως ἀκούεται ὑλακή τε κυνῶν
|
ξαφνικά ακούγεται γάβγισμα σκυλιών
|
καί κυνηγέται πλησίον .
|
|
Ὁ δέ ὥρμα πρός φυγήν
|
Αυτό άρχισε να τρέχει ορμητικά, για να ξεφύγει
|
καί, μέχρις ὅπου διά πεδίου ἐποιεῖτο τόν δρόμον,
|
και, όσο έτρεχε σε ομαλό έδαφος,
|
ἐσώζετο ὑπό τῆς ὠκύτητος τῶν σκελῶν.
|
σωζόταν από την ταχύτητα των ποδιών του.
|
Ἐπεί δέ ἐνέπεσεν εἰς πυκνήν καί δασεῖαν ὕλην,
|
Όταν όμως έφτασε σε αδιαπέραστο και πυκνό δάσος,
|
ἐμπλακέντων αὐτῷ τῶν κεράτων ἑάλω,
|
επειδή του μπλέχτηκαν τα κέρατα, παγιδεύτηκε
|
μαθών πείρᾳ
|
και έμαθε εξ ιδίας πείρας
|
ὅτι ἄρα ἦν ἄδικος κριτής τῶν ἰδίων
|
ότι πράγματι ήταν άδικος κριτής των ατομικών του γνωρισμάτων,
|
ψέγων μέν τά σώζοντα,
|
γιατί κατηγορούσε αυτά που το έσωζαν,
|
ἐπαινῶν δέ τά προδόντα αὑτόν.
|
ενώ επαινούσε αυτά που το πρόδωσαν.
|
© Ελληνικός Πολιτισμός - Γιάννης Παπαθανασίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου